Ξηστασ̌ιάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ
Greeklish variables name replaced
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Ξηστασ̌ιάζω
   |acronym= Ξηστασ̌ιάζω
   |etymology_gr= από τα «στάχυα» όταν ωριμάζουν
   |etymology= από τα «στάχυα» όταν ωριμάζουν
   |semantics_gr= ενισχύομαι μετά από αρρώστια,λέγεται και για πολύ ηλικιωμένο, όταν «ωριμάσει»
   |semantics= ενισχύομαι μετά από αρρώστια,λέγεται και για πολύ ηλικιωμένο, όταν «ωριμάσει»
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}


3.467

επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης