Βράζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ (Greeklish variables name replaced)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Βράζω  
   |acronym= Βράζω  
   |etymologia=
   |etymology_gr=
   |simasiologia= έχω πυρετό ( κυρίως από ελονοσία)
   |semantics_gr= έχω πυρετό ( κυρίως από ελονοσία)
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}



Αναθεώρηση της 15:52, 18 Ιανουαρίου 2024

Βράζω

Ετυμολογία

Σημασιολογία

έχω πυρετό ( κυρίως από ελονοσία)

Παραδείγματα

«Πες Βρα - να βράσεις τζ̌αι να μεν ποκρυάνεις», φρ. (να έχεις συνεχή πυρετό). Κυπριακή Αντιλαβή.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

βράστη= ο πυρετός.

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).