Δοντέ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Δοντέ (η) |etymologia= |simasiologia= γυναίκα με μεγάλα δόντια |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Δοντέ (η) | |acronym= Δοντέ (η) | ||
| | |etymology_gr= | ||
| | |semantics_gr= γυναίκα με μεγάλα δόντια | ||
| | |priority_gr= | ||
}} | }} | ||
Αναθεώρηση της 15:54, 18 Ιανουαρίου 2024
Δοντέ (η) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
γυναίκα με μεγάλα δόντια
Παραδείγματα
Ά(δ)ε την τούτην δοντέ σιόρ, έσ̌ει κάτι δόντια σγιάν τες χαλλούμες
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Δοντού
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).