Φαρμακοτρίφτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Φαρμακοτρίφτης (ο) |etymologia= |simasiologia= βοηθός φαρμακοποιού, που «τρίβει τα φάρμακα...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Φαρμακοτρίφτης (ο)
   |acronym=Φαρμακοτρίφτης (ο)
   |etymologia=
   |etymology_gr=
   |simasiologia= βοηθός φαρμακοποιού, που «τρίβει τα φάρμακα» να γίνουν σκόνη ή αλοιφή. Και κατ' επέκταση και ο φαρμακοποιός (κοροϊδευτικά)
   |semantics_gr= βοηθός φαρμακοποιού, που «τρίβει τα φάρμακα» να γίνουν σκόνη ή αλοιφή. Και κατ' επέκταση και ο φαρμακοποιός (κοροϊδευτικά)
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}



Αναθεώρηση της 16:15, 18 Ιανουαρίου 2024

Φαρμακοτρίφτης (ο)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

βοηθός φαρμακοποιού, που «τρίβει τα φάρμακα» να γίνουν σκόνη ή αλοιφή. Και κατ' επέκταση και ο φαρμακοποιός (κοροϊδευτικά)

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).