Χαμνίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Χαμνίζω |etymologia= |simasiologia= χαλαρώνω από αδυναμία, απώλεια όρεξης, ή από ασθένεια...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Χαμνίζω | |acronym= Χαμνίζω | ||
| | |etymology_gr= | ||
| | |semantics_gr= χαλαρώνω από αδυναμία, απώλεια όρεξης, ή από ασθένεια | ||
| | |priority_gr= | ||
}} | }} | ||
Αναθεώρηση της 16:17, 18 Ιανουαρίου 2024
Χαμνίζω |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
χαλαρώνω από αδυναμία, απώλεια όρεξης, ή από ασθένεια
Παραδείγματα
«Έσ̌ει μέρες να φάω τζ̌' εχάμνισα», φρ.
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).