Ακτάρης: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
m (Greeklish variables name replaced)
m (Greeklish variables name replaced)
 
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Ακτάρης (ο)
   |acronym= Ακτάρης (ο)
   |etymology_gr=
   |etymology=
   |semantics_gr= πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης.  
   |semantics= πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης.  
   |priority_gr= Από το τουρκ. aktar.
   |origin= Από το τουρκ. aktar.
}}
}}



Latest revision as of 15:35, 22 January 2024

Ακτάρης (ο)
Σημασιολογία πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης.
Προέλευση Από το τουρκ. aktar.




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Αχτάρης

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις