Αμμαθκιάζω: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αμμαθκιάζω |etymologia= |simasiologia= θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική). |proelefsi= }} __TOC__ =...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(2 intermediate revisions by 2 users not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Αμμαθκιάζω  
   |acronym= Αμμαθκιάζω  
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).
   |semantics= θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Line 12: Line 12:


==Σημασιολογία==
==Σημασιολογία==
θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).
θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).


==Παραδείγματα==
==Παραδείγματα==
Line 24: Line 24:


==Συνώνυμα==
==Συνώνυμα==


==Πηγές==
==Πηγές==
*http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
*http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
*"Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
*"Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
*"Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).


[[Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος]]
[[Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος]]
[[Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις]]
[[Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις]]

Latest revision as of 15:35, 22 January 2024

Αμμαθκιάζω
Σημασιολογία θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

θεραπεύω τους οφθαλμούς (ιατρική).

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).


Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις