Αμπάλατος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Αμπάλατος (ο)
   |acronym= Αμπάλατος (ο)
   |etymology_gr=
   |etymology=
   |semantics_gr= ο μαλθακός στο σώμα, ανισόρροπος, δύστροπος, ανυπάκουος
   |semantics= ο μαλθακός στο σώμα, ανισόρροπος, δύστροπος, ανυπάκουος
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 15:36, 22 Ιανουαρίου 2024

Αμπάλατος (ο)
Σημασιολογία ο μαλθακός στο σώμα, ανισόρροπος, δύστροπος, ανυπάκουος

Ετυμολογία

από το αρχ. «απαλωτός»

Σημασιολογία

ο μαλθακός στο σώμα, ανισόρροπος, δύστροπος, ανυπάκουος.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).