Καρταμοθωρώ: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
m (Greeklish variables name replaced)
m (Greeklish variables name replaced)
 
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Καρταμοθωρώ  
   |acronym=Καρταμοθωρώ  
   |etymology_gr=από το «κάρδαμος» και «θωρώ»/βλέπω  
   |etymology=από το «κάρδαμος» και «θωρώ»/βλέπω  
   |semantics_gr= βλέπω συγκεχυμένα, θολά
   |semantics= βλέπω συγκεχυμένα, θολά
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:43, 22 January 2024

Καρταμοθωρώ
Ετυμολογία από το «κάρδαμος» και «θωρώ»/βλέπω
Σημασιολογία βλέπω συγκεχυμένα, θολά




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

από το «κάρδαμος» και «θωρώ»/βλέπω

Σημασιολογία

βλέπω συγκεχυμένα, θολά

Παραδείγματα

Πίστευαν ότι ο κάρδαμος (lepidium sativum) έχει δηλητήριο που επηρεάζει την όραση.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις