3.467
επεξεργασίες
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καταραμένον (το) |etymologia= |simasiologia= σοβαρή επιδημία, πανώλη ή χολέρα |proelefsi= }} __TO...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(2 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Καταραμένον (το) | |acronym= Καταραμένον (το) | ||
| | |etymology= | ||
| | |semantics= σοβαρή επιδημία, πανώλη ή χολέρα | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== | ||
«Φκάλε φάουσαν τζ̌αι καταραμένον» = σιώπα. «Έφαεν έναν καταραμένον» = κατανάλωσε μεγάλη ποσότητα φαγητού. «Έφαν την φάουσαν τζ̌αι τα εφτά καταραμένα»= για όσους τρώνε υπερβολικά | *«Φκάλε φάουσαν τζ̌αι καταραμένον» = σιώπα. | ||
*«Έφαεν έναν καταραμένον» = κατανάλωσε μεγάλη ποσότητα φαγητού. | |||
*«Έφαν την φάουσαν τζ̌αι τα εφτά καταραμένα»= για όσους τρώνε υπερβολικά | |||
==Μέρος του Λόγου== | ==Μέρος του Λόγου== |
επεξεργασίες