Μερσίνιασμαν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Μερσίνιασμαν (το) |etymologia= |simasiologia= μερσίνι κοπανισμένο σε λάδι ή μόνο σε πούδρ...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Μερσίνιασμαν (το) | |acronym= Μερσίνιασμαν (το) | ||
| | |etymology= | ||
| | |semantics= μερσίνι κοπανισμένο σε λάδι ή μόνο σε πούδρα, για σύγκαμα του μωρού και για αποσμητικό/αντισηπτικό | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Τελευταία αναθεώρηση της 15:49, 22 Ιανουαρίου 2024
Μερσίνιασμαν (το) | |
---|---|
Σημασιολογία | μερσίνι κοπανισμένο σε λάδι ή μόνο σε πούδρα, για σύγκαμα του μωρού και για αποσμητικό/αντισηπτικό |
Ετυμολογία
Σημασιολογία
μερσίνι κοπανισμένο σε λάδι ή μόνο σε πούδρα, για σύγκαμα του μωρού και για αποσμητικό/αντισηπτικό
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).