Πουνγκιάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πουνγκιάζω |etymologia= από το «πούντα» = πνευμονία, βαρύ κρυολόγημα |simasiologia= παθαί...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym=Πουνγκιάζω | |acronym=Πουνγκιάζω | ||
| | |etymology= από το «πούντα» = πνευμονία, βαρύ κρυολόγημα | ||
| | |semantics= παθαίνω πνευμονία | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Τελευταία αναθεώρηση της 15:54, 22 Ιανουαρίου 2024
Πουνγκιάζω | |
---|---|
Ετυμολογία | από το «πούντα» = πνευμονία, βαρύ κρυολόγημα |
Σημασιολογία | παθαίνω πνευμονία |
Ετυμολογία
από το «πούντα» = πνευμονία, βαρύ κρυολόγημα
Σημασιολογία
παθαίνω πνευμονία
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).