Σακκοράφα: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σακκοράφα (η) |etymologia= |simasiologia= το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους |...') |
m (Greeklish variables name replaced) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym=Σακκοράφα (η) | |acronym=Σακκοράφα (η) | ||
| | |etymology= | ||
| | |semantics= το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Latest revision as of 15:55, 22 January 2024
Σακκοράφα (η) | |
---|---|
Σημασιολογία | το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους |
Ετυμολογία
Σημασιολογία
το μεγάλο σουβλί με το οποίο έραβαν τους σάκους
Παραδείγματα
Το χρησιμοποιούσαν οι πρακτικοί για να τρυπούν πυώδεις συλλογές (καρφίτες κ.λπ.), για παροχέτευση του πύου
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις