Σκαρτάρω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Σκαρτάρω
   |acronym=Σκαρτάρω
   |etymology_gr=από το Ιταλικό «scarto»= ο ατελής
   |etymology=από το Ιταλικό «scarto»= ο ατελής
   |semantics_gr= τρελλαίνομαι
   |semantics= τρελλαίνομαι
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 15:56, 22 Ιανουαρίου 2024

Σκαρτάρω
Ετυμολογία από το Ιταλικό «scarto»= ο ατελής
Σημασιολογία τρελλαίνομαι

Ετυμολογία

από το Ιταλικό «scarto»= ο ατελής

Σημασιολογία

τρελλαίνομαι

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Σκαρτάτος= ο ανισόρροπος, ο παράφρονας, αυτός που έχει ψυχική ασθένεια

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).