Τσικκιρίλλης: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
m (Greeklish variables name replaced)
m (Greeklish variables name replaced)
 
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Τσικκιρίλλης (ο)
   |acronym=Τσικκιρίλλης (ο)
   |etymology_gr= οι καταλήξεις σε –ίλλης σε σχέση με τα μάτια είναι από το «ιλλός» = οφθαλμός
   |etymology= οι καταλήξεις σε –ίλλης σε σχέση με τα μάτια είναι από το «ιλλός» = οφθαλμός
   |semantics_gr= αυτός που έχει μόλυνση στα μάτια και ανοιγοκλείνει τα βλέφαρα του συνέχεια για ανακούφιση
   |semantics= αυτός που έχει μόλυνση στα μάτια και ανοιγοκλείνει τα βλέφαρα του συνέχεια για ανακούφιση
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:59, 22 January 2024

Τσικκιρίλλης (ο)
Ετυμολογία οι καταλήξεις σε –ίλλης σε σχέση με τα μάτια είναι από το «ιλλός» = οφθαλμός
Σημασιολογία αυτός που έχει μόλυνση στα μάτια και ανοιγοκλείνει τα βλέφαρα του συνέχεια για ανακούφιση




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

οι καταλήξεις σε –ίλλης σε σχέση με τα μάτια είναι από το «ιλλός» = οφθαλμός

Σημασιολογία

αυτός που έχει μόλυνση στα μάτια και ανοιγοκλείνει τα βλέφαρα του συνέχεια για ανακούφιση

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις