Χαμνοπούττα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Χαμνοπούττα (η) |etymologia= |simasiologia= γυναίκα με ασθένεια στο αιδοίο, στον κόλπο |proe...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
 
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Χαμνοπούττα (η)
   |acronym=Χαμνοπούττα (η)
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= γυναίκα με ασθένεια στο αιδοίο, στον κόλπο  
   |semantics= γυναίκα με ασθένεια στο αιδοίο, στον κόλπο  
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 16:01, 22 Ιανουαρίου 2024

Χαμνοπούττα (η)
Σημασιολογία γυναίκα με ασθένεια στο αιδοίο, στον κόλπο

Ετυμολογία

Σημασιολογία

γυναίκα με ασθένεια στο αιδοίο, στον κόλπο

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Σταχτοπούττα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).