Τσουλίν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 22: | Γραμμή 22: | ||
==Συνώνυμα== | ==Συνώνυμα== | ||
Αναθεώρηση της 08:49, 19 Σεπτεμβρίου 2014
Ετυμολογία
από το τούρκικο cul.
Σημασιολογία
1) το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μιαν παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στην κεφαλή του ηττημένου την παλάμη του χεριού η ένα κομμάτι ρούχου.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Ουσιαστικό, γένους ουδέτερου