Τσουλίν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Word | {{Word | ||
|acronym= | |acronym= Το τσουλίν | ||
|Meaning= 1) | |Meaning= 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου. | ||
|Origin= | |Origin= Από το τούρκικο cul. | ||
|Sources="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου | |Sources="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου | ||
}} | }} | ||
Γραμμή 9: | Γραμμή 9: | ||
==Ετυμολογία== | ==Ετυμολογία== | ||
Η προέλευσή του είναι τούρκικη, cul. | |||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
1) | 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μιαν παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου. | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== |
Αναθεώρηση της 09:54, 17 Οκτωβρίου 2014
Ετυμολογία
Η προέλευσή του είναι τούρκικη, cul.
Σημασιολογία
1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μιαν παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Ουσιαστικό, γένους ουδέτερου