Αγιασμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Άγειος (ο) |etymologia= |simasiologia= 'Ασπρο κατακάθι (ζούρα) που υπάρχει στα δόντια. |proelef...') |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= | |acronym= Αγιασμός (ο) | ||
|etymologia= | |etymologia= | ||
|simasiologia= | |simasiologia= ιαματικό νερό που το έχει αγιάσει ο ιερέας (με ειδικές ευχές), για τοπικές παθήσεις, και ακόμα και πόσιμο για εσωτερικές παθήσεις. | ||
|proelefsi= | |proelefsi= | ||
}} | }} | ||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
ιαματικό νερό που το έχει αγιάσει ο ιερέας (με ειδικές ευχές), για τοπικές παθήσεις, και ακόμα και πόσιμο για εσωτερικές παθήσεις. | |||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== | ||
Γραμμή 18: | Γραμμή 18: | ||
==Μέρος του Λόγου== | ==Μέρος του Λόγου== | ||
Ουσιαστικό | |||
==Συγγενικές Λέξεις== | ==Συγγενικές Λέξεις== |
Αναθεώρηση της 20:16, 28 Φεβρουαρίου 2018
Αγιασμός (ο) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
ιαματικό νερό που το έχει αγιάσει ο ιερέας (με ειδικές ευχές), για τοπικές παθήσεις, και ακόμα και πόσιμο για εσωτερικές παθήσεις.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Ουσιαστικό
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου