Ακτάρης: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Άγειος (ο) |etymologia= |simasiologia= 'Ασπρο κατακάθι (ζούρα) που υπάρχει στα δόντια. |proelef...') |
No edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= | |acronym= Ακτάρης (ο) | ||
|etymologia= | |etymologia= | ||
|simasiologia= | |simasiologia= πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης. | ||
|proelefsi= | |proelefsi= Από το τουρκ. aktar. | ||
}} | }} | ||
Line 12: | Line 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης. | |||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== | ||
Line 24: | Line 24: | ||
==Συνώνυμα== | ==Συνώνυμα== | ||
Αχτάρης | |||
==Πηγές== | ==Πηγές== |
Revision as of 21:34, 1 March 2018
Ακτάρης (ο) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
πρακτικός φαρμακοποιός, ο βοτανοπώλης.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Αχτάρης
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου