Αστενισμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αστενισμένος |etymologia= |simasiologia= ο ασθενής, ο αδύναμος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 20:13, 23 Μαρτίου 2018
Αστενισμένος |
---|
Ετυμολογία
ο ασθενής, ο αδύναμος
Σημασιολογία
Παραδείγματα
«Ο αφέντης Φραντζέζης ο οποίος πολομά άξια θαύματα εις τους αστενείς και εις πύρεξες». φρ. (Χρονικό Λεοντίου Μαχαιρά).
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
«αστενής» (ο)
Συνώνυμα
αστενεμένος
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου