Βενετώννω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βενετώννω |etymologia= |simasiologia= παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμο...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 18:55, 29 Μαρτίου 2018

Βενετώννω

Ετυμολογία

Σημασιολογία

παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμονικά επεισόδια, πολύ κλάμα κ.λπ.).

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου