Βεντούζα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βεντούζα, (η) |etymologia= |simasiologia= γυάλινο δοχείο, από το οποίο αφαιρείται ο αέρας μ...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 18:57, 29 Μαρτίου 2018
Βεντούζα, (η) |
---|
Ετυμολογία
Στα αρχαία = σικύα.
Σημασιολογία
γυάλινο δοχείο, από το οποίο αφαιρείται ο αέρας με φλόγα και μετά τοποθετείται στο δέρμα, για πολλές αρρώστιες.
Παραδείγματα
Βεντούζες κοφτές (σ̌ιστές) είναι η τοποθέτηση βεντούζων σε μέρη του σώματος τα οποία έχουν προηγουμένως χαρακτεί με λεπίδα, ώστε να γίνει αφαίμαξη.
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου