Γαστέρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γαστέρα (η) |etymologia= |simasiologia= ο πόνος της κοιλιάς |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== απ...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 19:18, 18 Απριλίου 2018
Γαστέρα (η) |
---|
Ετυμολογία
από το αρχ. «γαστήρ» = κοιλιά.
Σημασιολογία
ο πόνος της κοιλιάς.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου