Γόντιν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γόντιν (το) |etymologia= |simasiologia= το δόντι |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογ...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 21:02, 24 Απριλίου 2018
Γόντιν (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
το δόντι
Παραδείγματα
Για να ασπρίσουν τα δόντια τα τρίβουν συχνά με το δάκτυλο βουτηγμένο σε άλας ή σε σκόνη από κάρβουνο.
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου