Γραυιώννω (γραβκιώννω): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γραυιώννω |etymologia= |simasiologia= αποκτώ ρυτίδες, γερνώ |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 21:03, 24 Απριλίου 2018
Γραυιώννω |
---|
Ετυμολογία
από το αρχ. «γράυς» = γραία.
Σημασιολογία
αποκτώ ρυτίδες, γερνώ
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
γραβκιώννω
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου