Καρουκάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καρουκάς (o) |etymologia= από το «κάρος» = βαθύς ύπνος |simasiologia= σύσπαση μυός, μούδιασμ...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 11:56, 2 Μαΐου 2018

Καρουκάς (o)

Ετυμολογία

από το «κάρος» = βαθύς ύπνος

Σημασιολογία

σύσπαση μυός, μούδιασμα ή προσωρινή νάρκωση των άκρων

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).