Κατάβαρη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κατάβαρη (η) |etymologia= από το «βάρος» (στην κοιλιά). Δες «βαρημένη» |simasiologia= γυναί...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 12:43, 2 Μαΐου 2018

Κατάβαρη (η)

Ετυμολογία

από το «βάρος» (στην κοιλιά). Δες «βαρημένη»

Σημασιολογία

γυναίκα έτοιμη να γεννήσει

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).