Κλαννοκοπώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κλαννοκοπώ |etymologia= |simasiologia= κλάννω συνέχει χωρίς διακοπή, από αεροφαγία ή άλλε...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 07:58, 3 Μαΐου 2018

Κλαννοκοπώ

Ετυμολογία

Σημασιολογία

κλάννω συνέχει χωρίς διακοπή, από αεροφαγία ή άλλες διαταράξεις των εντέρων

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).