Κολλώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κολλώ |etymologia= |simasiologia= παίρνω ασθένεια από άλλο, άλλος άρρωστος μου μεταδίδει...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 08:13, 3 Μαΐου 2018
Κολλώ |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
παίρνω ασθένεια από άλλο, άλλος άρρωστος μου μεταδίδει ασθένεια
Παραδείγματα
«Εκόλλησα πούνταν που τον γείτον μου». «Πόφευκε που τον νευρικόν γιατί κολλάς τζ̌αι σούνι» = απόφευγε τον νευρικό (εκείνον που έχει άγχος, ανησυχία) διότι θα το πάθεις και εσύ (Παύλος Λιασίδης).
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).