Κουλούτζ̌ιν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κουλούτζ̌ιν (το) |etymologia=από το Βυζαντινό «κουλούκιον» = νεογέννητο κουτάβι που...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 08:53, 3 Μαΐου 2018

Κουλούτζ̌ιν (το)

Ετυμολογία

από το Βυζαντινό «κουλούκιον» = νεογέννητο κουτάβι που είναι τυφλό και άπειρο

Σημασιολογία

το υπερβολικό μεθύσι

Παραδείγματα

«Ήπια, ήπια ως που εγίνηκα τέλια κουλούτζ̌ιν» δηλ. έγινα καταμέθυστος

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).