Κουτσ̌ίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κουτσ̌ίζω |etymologia= |simasiologia= κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογένν...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 09:34, 3 Μαΐου 2018
Κουτσ̌ίζω |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογέννητο.Αυτός που «κουτσ̌ίζει» επηρεάζει θετικά το νεογέννητο
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).