Πομορίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πομορίζω |etymologia= από το «μόρισμα» |simasiologia= ξεζαλίζομαι, ξεναρκώνομαι, απαλλαγ...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 09:26, 10 Μαΐου 2018
Πομορίζω |
---|
Ετυμολογία
από το «μόρισμα»
Σημασιολογία
ξεζαλίζομαι, ξεναρκώνομαι, απαλλαγή
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Μόρος = θάνατος
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).