Ποντικόλαον: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποντικόλαον (το) |etymologia= |simasiologia= φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στ...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 09:35, 10 Μαΐου 2018

Ποντικόλαον (το)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στο οποίο βάζαν νεογνά ποντικού και το διατηρούσαν για κάθε περίπτωση πόνου.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).