Στεντάρω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Στεντάρω |etymologia=από το ιταλικό stentare = δυσκολεύομαι |simasiologia= υποφέρω |proelefsi= }} _...') |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 09:28, 14 Μαΐου 2018
Στεντάρω |
---|
Ετυμολογία
από το ιταλικό stentare = δυσκολεύομαι
Σημασιολογία
υποφέρω
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).