Φτανόκαρτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Φτανόκαρτος (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κο...')
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 11:25, 15 Μαΐου 2018

Φτανόκαρτος (ο)

Ετυμολογία

Σημασιολογία

αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κουράγιο του

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).