Τσαμαρέλλα – Απόχτιν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Φαγητό
{{Φαγητό
   |acronym= Τσαμαρέλλα – Απόχτιν
   |acronym= Τσαμαρέλλα – Απόχτιν
   |imagename=
   |imagename=tsamarela.jpg
   |imageCaption=  
   |imageCaption=  
   |newwidth=270px
   |newwidth=270px

Αναθεώρηση της 18:04, 1 Οκτωβρίου 2018

Τσαμαρέλλα – Απόχτιν
Tsamarela.jpg
Ιστορία
Είδος Γεύματος {{{type_of_meal}}}
Περιοχή Φημισμένη {{{area_famous_for}}}
Περίοδος Κατανάλωσης {{{period_consumed}}}
Άλλο Όνομα {{{alternative_name}}}
Παρασκευή
Κύρια Συστατικά {{{main_ingredients}}}
Τρόπος Ψησίματος {{{cooking_method}}}
Τρόπος Σερβιρίσματος {{{serving_method}}}
Συνοδεύεται {{{accompanied_by}}}

Είναι παραδοσιακοί μεζέδες από αιγινό κρέας με έντονη αλμυρή γεύση.

Η παρασκευή των προϊόντων αυτών ανθούσε στα χωριά της Μαραθάσας και στα ορεινά χωριά της Πάφου και ήταν τρόπος διατήρησης του κρέατος. Σήμερα, η Τσαμαρέλλα παρασκευάζεται και στην Πιτσιλιά. Η Τσαμαρέλλα κατέχει τον τίτλο “Presidium” στον Οργανισμό Slow Food.

Μέθοδος Παραγωγής

Τσαμαρέλλα: Χρησιμοποιείται κρέας από το μερί και την κουτάλα ηλικιωμένης κατσίκας (κατά προτίμηση) από το οποίο αφαιρείται το κόκκαλο. Το κρέας κόβεται σε μεγάλα κομμάτια τα οποία χαράσσονται με μαχαίρι και πασπαλίζονται με αλάτι. Τα αλατισμένα κομμάτια πιέζονται, τοποθετούνται σε σκάφη για μια νύκτα για να απορροφήσουν την “νεράρμην” (αλμύρα) και την επομένη τοποθετούνται στον ήλιο για αποξήρανση (“ψήσιμο”) για περίπου 5–10 μέρες, αναλόγως του καιρού. Τα κομμάτια γυρίζονται/μετακινούνται καθημερινά για να “ψηθούν” ομοιόμορφα. Η Τσαμαρέλλα εμβαπτίζεται επανειλημμένα σε ζεστό νερό για 2-3 λεπτά για να ξαρμυρίσει. Τοποθετείται ξανά στον ήλιο για 1 μέρα αφού προηγουμένως πασπαλιστεί με ρίγανη.

Απόχτιν: Παρασκευάζεται όπως και η Τσαμαρέλλα με τη διαφορά ότι χρησιμοποιείται το κρέας με τα κόκκαλα και κάποιες φορές ολόκληρο το ζώο (εκτός της κεφαλής) ανοιγμένο στη μέση με αφαιρεμένα τα εντόσθια και το λίπος.

Θεωρούνται μεζέδες εξαιρετικής νοστιμιάς, ιδιαίτερα με Ζιβανία.


Πηγές

  • http://foodmuseum.cs.ucy.ac.cy/web/guest/allcivitems/civitem/2081#_bs_civitems_tabcyprus.tab3
  • Υπουργείο Γεωργίας , Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τμήμα Γεωργίας (2010).Γαστρονομικός χάρτης της Κύπρου, Λευκωσία, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, Γ.Τ.Π. 379/2010–2.000.
  • Γιαγκουλλής Κ. Γ. (2009), Θησαυρός κυπριακής διαλέκτου. Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό, Φρασεολογικό και Ονοματολογικό Λεξικό της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής Διαλέκτου, Εκδόσεις Theopress, Λευκωσία.
  • Κυθραιώτου Φ. (2013), Γαστρονομικός οδηγός Μαραθάσας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού-Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Λευκωσία.
  • Κυπριανού Χ.Σ. - Χριστοδούλου Μ. (1969), Λαογραφικόν Λεξικόν, Λευκωσία.
  • Ξιούτας Π. (1978), Κυπριακή λαογραφία των ζώων, Δημοσιεύματα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, XXXVIII, Λευκωσία.
  • Πέτρου-Ποιητού Ε. (2013), Από πού κρατάει η σκούφια τους, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία.
  • Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τμήμα Γεωργίας (2010), Γαστρονομικός χάρτης της Κύπρου, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών (Γ.Τ.Π. 379/2010–2.000), Λευκωσία.
  • Χατζηθεοδούλου Ι. Στ. (1973), «Το απόχτιν», Λαογραφική Κύπρος 3(7), 28.
  • Χατζηιωνάς Σ. (1971), «Το φαγητό στην Άλωνα», Λαογραφική Κύπρος, 1(1), 118.