Ποππέφτω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Ποππέφτω  
   |acronym=Ποππέφτω  
   |etymology_gr=
   |etymology=
   |semantics_gr= γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι από την κούραση, χάνω τη δύναμη και την σφριγηλότητά μου
   |semantics= γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι από την κούραση, χάνω τη δύναμη και την σφριγηλότητά μου
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 15:54, 22 Ιανουαρίου 2024

Ποππέφτω
Σημασιολογία γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι από την κούραση, χάνω τη δύναμη και την σφριγηλότητά μου

Ετυμολογία

Σημασιολογία

γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι από την κούραση, χάνω τη δύναμη και την σφριγηλότητά μου

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).