Αψ̌ιού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αψ̌ιού |etymologia= |simasiologia= ο κρότος φτέρνισματος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σ...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
 
(2 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Αψ̌ιού
   |acronym= Αψ̌ιού
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= ο κρότος φτέρνισματος
   |semantics= ο κρότος φτέρνισματος
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Γραμμή 29: Γραμμή 29:
*http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
*http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
*"Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
*"Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
*"Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).


[[Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος]]
[[Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος]]
[[Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις]]
[[Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις]]

Τελευταία αναθεώρηση της 09:37, 22 Ιανουαρίου 2024

Αψ̌ιού
Σημασιολογία ο κρότος φτέρνισματος

Ετυμολογία

Σημασιολογία

ο κρότος φτέρνισματος

Παραδείγματα

«Είπεν αψ̌ιού τζ̌ι έππεσεν που τα ρουθούνια του», φρ. = όταν το τέκνο κληρονομά τα ελαττώματα ή προτερήματα των γονέων. «Είπεν αψ̌ιού τζ̌αι εφκήκεν η ψυσ̌ή του» = Όταν πεθάνει κάποιος ξαφνικά και απρόβλεπτα. «Αψ̌ιουρίζουμαι» = φτερνίζομαι.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).