Καμμώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καμμώ |etymologia= |simasiologia= κλείνω τα μάτια μου, και μτφ. Πεθαίνω |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυ...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
 
(2 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Καμμώ
   |acronym= Καμμώ
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= κλείνω τα μάτια μου, και μτφ. Πεθαίνω
   |semantics= κλείνω τα μάτια μου, και μτφ. Πεθαίνω
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Γραμμή 21: Γραμμή 21:


==Συγγενικές Λέξεις==
==Συγγενικές Λέξεις==
Ο «καμμυτός» = αυτός που έχει κλειστά τα μάτια του
καμμυτός (ο) = αυτός που έχει κλειστά τα μάτια του


==Συνώνυμα==
==Συνώνυμα==

Τελευταία αναθεώρηση της 15:43, 22 Ιανουαρίου 2024

Καμμώ
Σημασιολογία κλείνω τα μάτια μου, και μτφ. Πεθαίνω

Ετυμολογία

Σημασιολογία

κλείνω τα μάτια μου, και μτφ. Πεθαίνω

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

καμμυτός (ο) = αυτός που έχει κλειστά τα μάτια του

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).