Κάρφωμα: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κάρφωμα (το) |etymologia= |simasiologia= η γητειά για θυματοποίηση κάποιου, για να τον βασ...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Κάρφωμα  (το)
   |acronym= Κάρφωμα  (το)
   |etymologia=  
   |etymology=  
   |simasiologia= η γητειά για θυματοποίηση κάποιου, για να τον βασανίζουν τα δαιμόνια και οι αρρώστιες
   |semantics= η γητειά για θυματοποίηση κάποιου, για να τον βασανίζουν τα δαιμόνια και οι αρρώστιες
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:44, 22 January 2024

Κάρφωμα (το)
Σημασιολογία η γητειά για θυματοποίηση κάποιου, για να τον βασανίζουν τα δαιμόνια και οι αρρώστιες




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

η γητειά για θυματοποίηση κάποιου, για να τον βασανίζουν τα δαιμόνια και οι αρρώστιες

Παραδείγματα

Γίνεται με «καρφίν μονόπυρον», και ο γητευτής το καρφώνει σε δένδρο μετά τα μεσάνυκτα. Με κάθε κτύπημα του καρφιού λέει και ο γητευτής «δκιάολε, καρφώννω τον …τάδε». Το δένδρο σταδιακά ξεραίνεται και ο καρφωμένος αδυνατεί, αρρωστά και πεθαίνει. Αν πληρωθεί καλά ο γητευτής μπορεί να αναιρέσει τη γητειά με ξεκάρφωμα του καρφιού. Σε αυτή την περίπτωση, ο καρφωμένος σταδιακά ξανα-υγειαίνει .

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις