Σύγκαμμαν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σύγκαμμαν (το) |etymologia= από το «καίομαι» |simasiologia= η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως...')
 
μ (Greeklish variables name replaced)
 
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Σύγκαμμαν (το)
   |acronym=Σύγκαμμαν (το)
   |etymologia= από το «καίομαι»
   |etymology= από το «καίομαι»
   |simasiologia= η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως ανάμεσα στα σκέλη  
   |semantics= η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως ανάμεσα στα σκέλη  
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 15:58, 22 Ιανουαρίου 2024

Σύγκαμμαν (το)
Ετυμολογία από το «καίομαι»
Σημασιολογία η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως ανάμεσα στα σκέλη

Ετυμολογία

από το «καίομαι»

Σημασιολογία

η φλεγμονή του δέρματος, ιδίως ανάμεσα στα σκέλη

Παραδείγματα

Θεραπεία (για σύγκαμα των μωρών): «Παίρνεις κλώνους μυρσίνης, τους ξεραίνεις και τους κουπανίζεις, τους περνάς απο τη τατσιά να γίνουν σκόνη και με την πούδρα αυτή ραντίζεις τα σκέλη τους» (Μητροφάνους Ιατροσοφικόν)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).