Τσουλίν: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
No edit summary
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Τσουλίν (το)
   |acronym=Τσουλίν (το)
   |etymologia=Από το τουρκικό "cul"  
   |etymology=Από το τουρκικό "cul"  
   |simasiologia= 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου
   |semantics= 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου
   |proelefsi=
   |origin=


}}
}}

Latest revision as of 15:32, 22 January 2024

Τσουλίν (το)
Ετυμολογία Από το τουρκικό "cul"
Σημασιολογία 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Η προέλευσή του είναι τούρκικη, cul.

Σημασιολογία

  • Το κουρέλι
  • παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μιαν παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Ουσιαστικό, γένους ουδέτερου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).


Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις