Μουσείο Λαϊκής Τέχνης , Γεροσκήπου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
(Νέα σελίδα με '{{Μουσείο |newwidth=270px |acronym=Μουσείο Λαϊκής Τέχνης, Γεροσκήπου |imagename=mouseiogeroskipou.jpg |imageCaption=...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(2 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 4: | Γραμμή 4: | ||
|imagename=mouseiogeroskipou.jpg | |imagename=mouseiogeroskipou.jpg | ||
|imageCaption= | |imageCaption= | ||
| | |collection= | ||
| | |establishment=18ος αιώνας | ||
| | |founder= | ||
| | |district= Πάφου | ||
| | |coordinates= | ||
| | |address= | ||
| | |working_times=Χειμερινό ωράριο (16/9 - 15/4) Δευτέρα- Κυριακή: 8.30 - 16.00, Καλοκαιρινό ωράριο (16/4 - 15/9) Δευτέρα- Κυριακή: 9.30 - 17.00 | ||
| | |telephone=26306216 | ||
|website= | |website= | ||
}} | }} |
Τελευταία αναθεώρηση της 16:03, 22 Ιανουαρίου 2024
Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης της Γεροσκήπου στεγάζεται στην ιστορικής σημασίας παραδοσιακή οικία του 18ου αιώνα, τη λεγόμενη «Οικία του Χατζησμίθ». Ανήκε στον Αντρέα Ζυμπουλάκη, έναν πλούσιο και μορφωμένο άνθρωπο που υπήρξε προξενικός πράκτορας της Αγγλίας στην Πάφο και προμηθευτής του αγγλικού στόλου. Το όνομα Χατζησμίθ οφείλεται από τη μια στις στενές σχέσεις της οικογένειας Ζυμπουλάκη με τον Άγγλο ναύαρχο Sir Sidney Smith, και από την άλλη στο γεγονός ότι κάποιος από την οικογένεια είχε πάει για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, οπότε κατά το έθιμο πήρε το πρώτο συνθετικό «Χατζή» στο επώνυμό του.
Ιστορία και Εκθέματα
Η «Οικία του Χατζησμίθ» είναι ένα μεγάλο παραδοσιακό αρχοντικό που αρχικά αποτελούσε ένα συγκρότημα οικοδομών μεγαλύτερο από το υφιστάμενο. Συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, και από το 1978 λειτουργεί σαν Μουσείο Λαϊκής Τέχνης. Στεγάζει μια μεγάλη συλλογή παραδοσιακών αντικειμένων που προέρχονται από όλη την Κύπρο και κυρίως από την Επαρχία Πάφου. Μέσα από τα αντικείμενα αυτά αντικατοπτρίζεται η καθημερινή ζωή, οι διάφορες γεωργικές ασχολίες και τα παραδοσιακά επαγγέλματα, καθώς και οι διάφορες εκφάνσεις της λαϊκής τέχνης στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας και ακόμη μέχρι τα μισά του 20ου αιώνα.
Ορισμένοι χώροι της οικίας έχουν διαμορφωθεί έτσι ώστε να αναπαριστούν τα κλασικά μέρη ενός παραδοσιακού αγροτικού σπιτιού. Σε άλλους χώρους παρουσιάζονται οι παραδοσιακές βιοτεχνικές και επαγγελματικές ασχολίες, καθώς και κάποια έθιμα, όπως για παράδειγμα το πανάρχαιο ελληνικό έθιμο του «παστού». Έτσι, τα αντικείμενα δεν παρατίθενται απλά ως εκθέματα, αλλά γίνεται προσπάθεια να ενταχθούν μέσα στα συμφραζόμενά τους και να γίνουν κατανοητά από τον επισκέπτη.