Βενετώννω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μ (Greeklish variables name replaced)
μ (Greeklish variables name replaced)
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Βενετώννω  
   |acronym= Βενετώννω  
   |etymology_gr=
   |etymology=
   |semantics_gr= παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμονικά επεισόδια, πολύ κλάμα κ.λπ.).
   |semantics= παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμονικά επεισόδια, πολύ κλάμα κ.λπ.).
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Τελευταία αναθεώρηση της 09:38, 22 Ιανουαρίου 2024

Βενετώννω
Σημασιολογία παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμονικά επεισόδια, πολύ κλάμα κ.λπ.).

Ετυμολογία

Σημασιολογία

παθαίνω κυάνωση, γίνομαι μπλε (σε καρδιακά ή πνευμονικά επεισόδια, πολύ κλάμα κ.λπ.).

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).