Παλόν: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
m (Greeklish variables name replaced)
m (Greeklish variables name replaced)
 
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Παλόν (το)
   |acronym=Παλόν (το)
   |etymology_gr=
   |etymology=
   |semantics_gr= το απαλό του μωρού, η πηγή, το άνω μέρος του μετώπου προς την κορυφή της κεφαλής του βρέφους το οποίον είναι απαλό στην πίεση του δακτύλου, (χρησιμοποιείται και για διάγνωση αφυδάτωσης)
   |semantics= το απαλό του μωρού, η πηγή, το άνω μέρος του μετώπου προς την κορυφή της κεφαλής του βρέφους το οποίον είναι απαλό στην πίεση του δακτύλου, (χρησιμοποιείται και για διάγνωση αφυδάτωσης)
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:52, 22 January 2024

Παλόν (το)
Σημασιολογία το απαλό του μωρού, η πηγή, το άνω μέρος του μετώπου προς την κορυφή της κεφαλής του βρέφους το οποίον είναι απαλό στην πίεση του δακτύλου, (χρησιμοποιείται και για διάγνωση αφυδάτωσης)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

το απαλό του μωρού, η πηγή, το άνω μέρος του μετώπου προς την κορυφή της κεφαλής του βρέφους το οποίον είναι απαλό στην πίεση του δακτύλου, (χρησιμοποιείται και για διάγνωση αφυδάτωσης)

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις