Αβκάζω: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
No edit summary |
m (Greeklish variables name replaced) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Αβκάζω | |acronym= Αβκάζω | ||
| | |etymology_gr=Φουσκώνω | ||
| | |semantics_gr= Για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό. | ||
| | |priority_gr= | ||
}} | }} | ||
Revision as of 15:02, 18 January 2024
Αβκάζω |
---|
Ετυμολογία
Βρυάζω (φουσκώνω, βρίθω).
Σημασιολογία
Για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Ρήμα
Συγγενικές Λέξεις
- ΄Αβκασμαν (το νερό που αναδίδει το αβκαρισμένον χωράφι)
Συνώνυμα
Πηγές
- =="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου