Πίζιλη: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πίζιλη (η) |etymologia=απο το ιωνικό «ιλλός» δηλ. οφθαλμός ή από το γαλλικό «besicle» |si...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 15: | Line 15: | ||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== | ||
«Το πολλύν γινάτιν κάμνουν πιζίλην τ' αμμάθκια σου», φρ. = Το να επιμένεις συνέχεια σε κάτι θα σε κάμει να αρρωστήσεις | |||
==Μέρος του Λόγου== | ==Μέρος του Λόγου== |
Revision as of 12:49, 16 May 2018
Πίζιλη (η) |
---|
Ετυμολογία
απο το ιωνικό «ιλλός» δηλ. οφθαλμός ή από το γαλλικό «besicle»
Σημασιολογία
πτερύγιον ή και κοκκίνισμα οφθαλμού
Παραδείγματα
«Το πολλύν γινάτιν κάμνουν πιζίλην τ' αμμάθκια σου», φρ. = Το να επιμένεις συνέχεια σε κάτι θα σε κάμει να αρρωστήσεις
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις