Πομορίζω: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πομορίζω |etymologia= από το «μόρισμα» |simasiologia= ξεζαλίζομαι, ξεναρκώνομαι, απαλλαγ...')
 
No edit summary
Line 21: Line 21:


==Συγγενικές Λέξεις==
==Συγγενικές Λέξεις==
Μόρος = θάνατος
Μόρος (o) = θάνατος


==Συνώνυμα==
==Συνώνυμα==

Revision as of 07:28, 17 May 2018

Πομορίζω




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

από το «μόρισμα»

Σημασιολογία

ξεζαλίζομαι, ξεναρκώνομαι, απαλλαγή

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Μόρος (o) = θάνατος

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις