Σπαρκώνω: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
m (Greeklish variables name replaced) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Σπαρκώνω | |acronym= Σπαρκώνω | ||
| | |etymology_gr= | ||
| | |semantics_gr= Οι γεμάτοι μαστοί των αιγοπροβάτων από γάλα ή η αίσθηση οργασμού | ||
| | |priority_gr=Αρχαία ελληνικά, από το ρήμα σπαργάω (=μαστοί έτοιμοι να εκραγούν από το γάλα) | ||
}} | }} | ||
Revision as of 15:01, 18 January 2024
Σπαρκώνω |
---|
Ετυμολογία
Προέρχεται από το αρχαίο ρήμα σπαργάω.
Σημασιολογία
Είναι γεμάτοι μαστοί των αιγοπροβάτων από γάλα ενώ στον άνθρωπο πρόκειται για την αίσθηση οργασμού.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Ρήμα
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος
Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις